
Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου απέστειλε χαιρετισμό για τα εγκαίνια της έκθεσης «Βουλή των Ελλήνων – Οι σταθμοί μιας διαδρομής σχεδόν διακοσίων ετών», που διοργάνωσαν το Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία και ο Δήμος Ιωαννιτών, στη Δημοτική Πινακοθήκη Ιωαννίνων.
Ακολουθεί ο χαιρετισμός της κυρίας Σακελλαροπούλου:
«Η Έκθεση για τα διακόσια χρόνια της Βουλής των Ελλήνων, που εγκαινιάζεται σήμερα στα Ιωάννινα, περιδιαβαίνει την ιστορία και τη λειτουργία του πιο σημαντικού θεσμού για το πολίτευμά μας. Τα πλούσια τεκμήρια και το οπτικοακουστικό υλικό μας ξεναγούν στην ξεχωριστή διαδρομή του Κοινοβουλίου στην Ελλάδα, από την επαναστατική κατοχύρωσή του τον 19ο αιώνα έως τις ριζικές αμφισβητήσεις και την εδραίωσή του στον 20ο. Ο ελληνικός κοινοβουλευτισμός συνυφαίνεται με τη μεγάλη δημοκρατική παράδοση των Ελλήνων και την αγωνιστική, με την αρχαιοελληνική έννοια του όρου, πρόσληψη των εκλογών. Πρόκειται για συστατικό στοιχείο του πολιτικού μας ήθους και πάθους που διατρέχει την πολιτειακή μας συνείδηση. Όπως έχει αναδείξει η σχετική έρευνα και βιβλιογραφία, από τις εκλογικές αναμετρήσεις στη σύγχρονη ιστορία μας, μετά το 1843, οι περισσότερες υπήρξαν αδιάβλητες. Παρά τον συγκρουσιακό χαρακτήρα που συχνά λαμβάνει η πολιτική αντιπαράθεση στην Ελλάδα, στη βάση του δικού μας πολιτικού συμβολαίου παραμένει η συναίνεση για τη δημοκρατική επίλυση των διαφορών μας.
Η αναγκαιότητα θεμελίωσης συνταγματικής και δημοκρατικής πολιτείας διατυπώθηκε από τους εξεγερμένους Έλληνες ήδη από τους πρώτους μήνες του Αγώνα. Αμέσως μετά την κήρυξη της Επανάστασης ακολούθησε η σύγκληση της πρώτης Εθνοσυνέλευσης και, ύστερα από τη θέση σε ισχύ του πρώτου Συντάγματος, η δημιουργία του Βουλευτικού, προδρόμου της σημερινής Βουλής. Οι Έλληνες πολεμούν ηρωικά και την ίδια στιγμή συνέρχονται, ως έθνος, δια των αντιπροσώπων τους, για να διαβουλευθούν πάνω στα κυριαρχικά τους συμφέροντα.
Η υπεροχή της Βουλής και της νομοθετικής εξουσίας εκπληρώνει τη βασική υπόσχεση της Επανάστασης, μαζί με την ανεξαρτησία του σύγχρονου Ελληνικού Κράτους: την επιταγή της λαϊκής κυριαρχίας και τη δημοκρατική νομιμοποίηση των πολιτικών αποφάσεων, την οποία πλαισιώνει στο πολίτευμά μας, υπό την επιρροή του βρετανικού κοινοβουλευτισμού, η κοινοβουλευτική αρχή και η εξάρτηση των κυβερνώντων από τους βουλευτές. Στον δεσμό της αντιπροσώπευσης στηρίζεται διαχρονικά η δυναμική φύση της δημοκρατίας, η ευελιξία του νομοθέτη, αλλά και η λογοδοσία της πολιτικής. Η ποιότητα της δημοκρατίας μας συναρτάται άμεσα με αυτήν του κοινοβουλευτισμού. Για αυτόν τον λόγο οι πιο ισχυρές αξιώσεις, καθώς και οι πιο ακραίες ενίοτε αντιδράσεις έχουν ως αποδέκτη το Κοινοβούλιο. Με αφορμή τις κρίσεις των τελευταίων ετών, πολύς λόγος έχει γίνει για την κρίση της ίδιας της αντιπροσώπευσης, με δεδομένο ότι το πολιτικό και το κοινοβουλευτικό μας σύστημα κλήθηκε να αντιμετωπίσει γεγονότα που διατάραξαν έντονα την κοινωνική και την πολιτική μας συμβίωση. Ωστόσο, παρά την οξύτητα και τη διάρκεια των αλλεπάλληλων κρίσεων του καιρού μας, ιδίως της οικονομίας και της δημόσιας υγείας, το Κοινοβούλιο και η δημοκρατία μας κατάφεραν να απορροφήσουν τις εντάσεις, να εγγυηθούν την ομαλότητα και τον πυρήνα του δημοκρατικού πολιτεύματος, που είναι η εναλλαγή πλειοψηφίας και μειοψηφίας.
Στις προκλήσεις της εποχής μας, η ποιότητα της νομοθετικής εξουσίας πρέπει να συνδυαστεί με την αποτελεσματικότητα, την ετοιμότητα και την τεχνική επάρκεια. Η πυκνότητα του ιστορικού και πολιτικού χρόνου, καθώς και η σύνθετη φύση των δημόσιων πολιτικών, επιφέρουν τη μεταλλαγή και την επικαιροποίηση του ίδιου του ρόλου του νομοθέτη. Ωστόσο, το αξιακό υπόβαθρο της διαβούλευσης και του ορθολογικού επιχειρήματος συνιστά διαχρονικά τον ορίζοντα της πολιτικής απόφασης και της δημοκρατικής μας συνύπαρξης. Στους σχεδόν δύο αιώνες ιστορίας της, η Βουλή των Ελλήνων εγγυήθηκε συμβολικά και στην πράξη τη σταθερότητα, την αντοχή και την εμβάθυνση της Ελληνικής Δημοκρατίας».