
Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου παρευρέθηκε στην αίθουσα της Ολομέλειας του Κοινοβουλίου και απηύθυνε χαιρετισμό στην πανηγυρική εκδήλωση εγκαινίων για την έκθεση : “Αντικρίζοντας την Ελευθερία! Στη Βουλή των Ελλήνων, δύο αιώνες μετά”.
Με ιδιαίτερη χαρά παρίσταμαι σήμερα εδώ, στα εγκαίνια της εξαιρετικής έκθεσης «Αντικρίζοντας την Ελευθερία! Στη Βουλή των Ελλήνων, δύο αιώνες μετά», μία από τις εκδηλώσεις, και ομολογουμένως η πλέον εντυπωσιακή, με τις οποίες η Βουλή μετέχει στον εορτασμό της επετείου της παλιγγενεσίας μας. Στον ιστορικό αυτό χώρο, συμβολικό και πραγματικό πυρήνα του δημοκρατικού μας πολιτεύματος, ξετυλίγεται το χρονικό ενός σπουδαίου αγώνα.
Θα ήθελα ιδιαιτέρως να σταθώ στην πολύτιμη, από κάθε άποψη, αρχειακή συλλογή της Βιβλιοθήκης της Βουλής, με έγγραφα που χρονολογούνται από την έναρξη του αγώνα της ανεξαρτησίας μας ως την εκλογή του Όθωνα, πρώτου βασιλέα της Ελλάδας. Σε αυτά καταγράφεται η προσπάθεια του επαναστατημένου έθνους να αποτινάξει τον τουρκικό ζυγό και να οικοδομήσει ένα κράτος φιλελεύθερο και δημοκρατικό. Εμπνεόμενοι από τη γαλλική και την αμερικανική επανάσταση, οι πρόγονοί μας, «από τας αρχάς των φυσικών δικαίων ορμώμενοι και θέλοντες να εξομοιωθώσιν με τους λοιπούς συναδέλφους των Ευρωπαίους Χριστιανούς», επιδιώκουν την εύρυθμη πολιτική και διοικητική οργάνωση που θα τους μετατρέψει από υπόδουλους σε ελεύθερους πολίτες.
Η αναγκαιότητα θεμελίωσης συνταγματικής πολιτείας διατυπώθηκε από τους εξεγερμένους Έλληνες ήδη από τους πρώτους μήνες του Αγώνα. Στο Προσωρινό Πολίτευμα της Επιδαύρου, που ψηφίστηκε την πρωτοχρονιά του 1822, οι επαναστάτες κήρυξαν, εν ονόματι του ελληνικού έθνους, «την πολιτικήν αυτού ύπαρξιν και ανεξαρτησίαν». Στον Νόμο της Επιδαύρου, ένα χρόνο αργότερα, επιβεβαιώνεται η «αμετάθετος απόφασις» όλων των Ελλήνων «να ανεξαρτηθώμεν εντελώς Έθνος χωριστόν αυτόνομον και ανεξάρτητον αναγνωριζόμενοι, ή με τα όπλα εις τας χείρας όλοι, όλοι οι Έλληνες να καταβώμεν εις τους τάφους, αλλά Χριστιανοί και ελεύθεροι». Στο Πολιτικό Σύνταγμα της Τροιζήνας, τον Ιούνιο του 1827, διατυπώνεται και πάλι απερίφραστα η δημοκρατική αρχή: «Η κυριαρχία ενυπάρχει εις το Έθνος. Πάσα εξουσία πηγάζει εξ αυτού και υπάρχει υπέρ αυτού».
Δεν είναι του παρόντος να επεκταθώ στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των Συνταγμάτων αυτών, στις συγκλίσεις και τις διαφορές τους ή στο κατά πόσον εφαρμόστηκαν ή όχι. Σημασία έχει η ένταση και το πάθος με τα οποία το έθνος, όπως χαρακτηριστικά γράφει ο αγωνιστής και ιστορικός της Επανάστασης Νικόλαος Δραγούμης, «συνήλθε δι’ αντιπροσώπων ίνα βουλευθή κυριαρχικώς περί των οικείων συμφερόντων». Τα δάκρυα, που σύμφωνα με τον ιστορικό έρρεαν από τα μάτια όσων συμμετείχαν σ’ αυτές τις ιστορικές στιγμές όταν, χρόνια αργότερα, τις αφηγούνταν, είναι δάκρυα χαράς «εις την μέλλουσαν ελευθερίαν των Ομογενών» τους – για να χρησιμοποιήσω μια φράση από τον όρκο των Φιλικών. Είναι δάκρυα εκπλήρωσης και δάκρυα ευθύνης.
Γιατί η απόλαυση της ελευθερίας προϋποθέτει θεσμούς και εγγυήσεις – και αυτό το γνώριζαν καλά οι πρόγονοί μας. Συλλαμβάνοντας το πνεύμα της εποχής τους, εμπνεόμενοι από τις αξίες της νεωτερικότητας και το ορμητικό κίνημα του συνταγματισμού, έθεσαν τα θεμέλια της δικαιοπολιτικής μας παράδοσης. Σε αυτά τα θεμέλια, σε αυτές τις βάσεις και τις αξίες της συνταγματικής μας δημοκρατίας, επανερχόμαστε με αφορμή τους εορτασμούς και τις εκδηλώσεις της φετινής επετείου. Είμαστε υπερήφανοι για την εμπέδωσή τους, για τον εμπλουτισμό τους, για την αδιαμφισβήτητη ισχύ τους ως θεσμικού και αξιακού κεκτημένου μας. Στα Συντάγματα του Αγώνα οι επαναστάτες αποτύπωσαν όλα όσα συγκροτούν και εγγυώνται την ενότητα και τη συνοχή του έθνους. Αναγνωρίζουμε με ευγνωμοσύνη τη συμβολή τους, μελετούμε τα κείμενά τους και τιμάμε τους αγώνες τους.